|
|||||||
Μια Πρωτομαγιάτικη Giostra στην ανατολή του 17ου αιώναΓράφει ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΦΛΕΜΟΤΟΜΟΣ Στις 5 Φεβρουαρίου του 1599, όταν δηλαδή ο 16ος αιώνας βάδιζε οριστικά προς το κλείσιμό του και την τελειωτική του εισαγωγή στην ιστορία, ο άγγλος περιηγητής Tomas Dallam, απεσταλμένος της βασίλισσας της χώρας του Ελισάβετ, ξεκινά από το Λονδίνο με προορισμό την Κωνσταντινούπολη, συνοδεύοντας στην ουσία ένα μουσικό όργανο, «πολύτιμο και πρωτότυπης κατασκευής», το οποίο ήταν δώρο της πατρίδας του και της πρώτης της κυρίας στον τότε σουλτάνο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Όπως ήταν φυσικό πέρασε και από το νησί της Ζακύνθου, σκάλα που σ' αυτήν έκαναν απαραίτητα στάση όλοι σχεδόν οι περιηγητές ή οι πολυπληθείς, αυτόν τον καιρό, προσκυνητές, που προορισμό τους είχαν τους Αγίους Τόπους και στις 19 Μαρτίου του ίδιου χρόνου άραξε για λίγο στο πολύβουο και πολυπληθές λιμάνι της. Ένα χρόνο, μα και έναν αιώνα, αργότερα, τον Γενάρη του 1600, επιστρέφει και πάλι στο Τζάντε, αυτήν την φορά αναζητώντας καράβι για να γυρίσει στην Αγγλία και μένει κάμποσο καιρό σ' αυτό, όχι μόνον επειδή αρκετές μέρες κρατήθηκε στο Λαζαρέττο (Λοιμοκαθαρτήριο), μια και τώρα ερχόταν από την Ανατολή, αλλά και επειδή, απ' ότι φαίνεται, δεν ήταν εύκολο να βρει πλοίο για τον γυρισμό του και έτσι η πρωτομαγιά εκείνης της χρονιάς τον βρίσκει στο Ιόνιο και μάλιστα στην νοτιότερη πλευρά του. Τις εντυπώσεις του από την επίσκεψή του στην υπό Βενετική κυριαρχία Ζάκυνθο, τις κατέγραψε και το 1893 εκδόθηκαν, μαζί με μερικές άλλες, στο Λονδίνο (The diary of master Tomas Dallam (1599 - 1600) London, 1893). Το βιβλίο αυτό είναι σίγουρα πολύτιμη πηγή για την ζακυνθινή ειδικότερα και την επτανησιακή γενικότερα ιστορία και σ' αυτό πρέπει να σταθεί ο κάθε ερευνητής εκείνης της περιόδου και όχι μόνο. Στις σελίδες του ο Dallam μας μιλά για μιαν αναστάσιμη λειτουργία στην εκκλησία της Σκοπιώτισσας, για το γειτονικό της μοναστήρι, για το κρασί «ρομπόλα», που τους προσφέρθηκε, για τους κατοίκους του νησιού, άντρες και γυναίκες και κάμποσα άλλα, σημαντικά και ενδιαφέροντα. Στο τέλος της καταγραφής του κάνει λόγο για μια Giostra - «Πανελλήνιους Αγώνες» ιππασίας και οπλασκίας την ονομάζει - που έγινε την 1η Μαΐου 1600, την οποία, όμως, επειδή την βρίσκει απλοϊκή, απαξιεί να την περιγράψει. Μας διασώζει μόνο, περιφρονητικά, πως τα όπλα των ζακυνθινών δεν ήταν τίποτε άλλο από βαρελόδουγιες και κοντοράβδια και πως τα παιγνίδια ήταν ξύλινες κολώνες και σακιά από άμμο! Έτσι, όπως εύστοχα παρατηρεί ο Κυριάκος Σιμόπουλος, που πρώτος κάνει αναφορά στο κείμενο του άγγλου περιηγητή, «χάσαμε μια αυθεντική περιγραφή της ζακυνθινής "γκιόστρας" που ως το 1739 αποτελούσε κάθε χρόνο το μεγάλο γεγονός του νησιού». Δεν είναι του παρόντος να σχολιάσουμε την πρόθεση του συγγραφέα - περιηγητή, ούτε να ελέγξουμε τις πληροφορίες του. Ίσως ήταν υπερβολικός και πιθανόν έβλεπε τα πάντα κάτω από το πρίσμα ενός κατοίκου μιας μεγάλης ευρωπαϊκής πρωτεύουσας και μάλιστα του αγγλικού Λονδίνου. Ίσως να είχε και δίκιο. Σημασία πάντως έχει πως από τις γραμμές του αυτές προκύπτει μια σημαντική πληροφορία για την ιστορία του λαοφιλούς αυτού αγωνίσματος και με την είδηση αυτή η τοπική Giostra αποκτά και άλλες διαστάσεις. Για να υπερασπιστούμε, όμως, τον τόπο μας και να δείξουμε την αλαζονεία του, αντιγράφουμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το κείμενό του, στο οποίο ξεκάθαρα φαίνονται οι «αποικιοκρατικές» διαθέσεις του: «Εμείς στο Λαζαρέττο είχαμε την τύχη να μη μείνουμε στην κανονική φυλακή αλλά σ' ένα σπιτάκι ακατοίκητο, ακριβώς πάνω στη θάλασσα. Αλλά μαζί μας έκλεισαν και τους (Έλληνες) ναυτικούς που μας έφεραν από το Μωριά. Και είμαστε υποχρεωμένοι να τους τρέφουμε. Όταν ήρθαν οι άρχοντες επί της Υγείας να μας εξετάσουν τους παρακαλέσαμε να μας απαλλάξουν από τους ναυτικούς. Εκείνοι απάντησαν πως για ν' αφεθούν ελεύθεροι πρέπει να πηδήξουν από το παράθυρο στη θάλασσα με τα ρούχα τους και να φθάσουν στο πλεούμενό τους. Κι' επειδή δεν είχαν καμμιά διάθεση να πέσουν στο νερό (ήταν Γενάρης) ο κ. Κόννισμπυ τράβηξε το σπαθί του και τους απείλησε πως θα τους κόψει τα πόδια. Κι' έτσι πήδηξαν από το παράθυρο στο νερό και γλυτώσαμε από δαύτους»!!! Μέχρι τώρα γνωρίζαμε πως η Giostra στο νησί της Ζακύνθου είχε στενά δεθεί με την περίοδο της Αποκριάς και πως ήταν μια σημαντική - η κυριότερη απ' ότι λένε οι ντόπιοι ιστορικοί - καρναβαλική έκφραση. Ήταν μάλιστα και η πιο λαϊκή διασκέδαση, μια και οι απλοί άνθρωποι του μόχθου και του μεροκάματου, που δεν μπορούσαν να ξεπεράσουν τους εφτασφράγιστους τοίχους των παλάτσων των ευγενών του Libro d' oro και να λάβουν μέρος στους επίσημους χορούς και τα πλούσια δείπνα, σ' αυτήν εκτονώνονταν και διασκέδαζαν, βλέποντας και επευφημώντας τους πρωταγωνιστές της. Εξ' άλλου μην ξεχνάμε και την άποψη που έχει εκφραστεί από κάποιους ερευνητές και παραλληλίζει την Giostra, για πολλούς λόγους, με τις κατοπινές και σύγχρονες παρελάσεις, που πάνω - κάτω, εκτός από την παλιότερη επίδειξη δυνάμεων, που είχαν σκοπό τους, την ίδια επιδίωξη υπηρετούν. Η σημαντική πληροφορία που μας παρέχει ο Dallam, μ' αυτήν του την πληροφορία που μας διασώζει είναι πως οι ιππικοί αγώνες γίνονταν και στην Ζάκυνθο και εκτός της καρναβαλικής περιόδου. Και αυτό είναι φυσικό, μια και η επαρχία ακολουθεί πάντα την πρωτεύουσα, που στην περίπτωσή μας ήταν η μυθική, για τον πλούτο και την λαμπρότητά της, πλωτή πόλη της Αδριατικής λιμνοθάλασσας, η κραταιοτάτη και γαληνοτάτη Βενετία. Σ' αυτήν, λοιπόν, απ' ότι γνωρίζουμε, Giostra γινόταν και σε πολλές άλλες περιπτώσεις. Οι ευκαιρίες για την διεξαγωγή της ήταν πολλές και συχνά συνδέονταν με την εκλογή του Δόγη, την τέλεση επιφανών γάμων και την στρατιωτική νίκη εναντίων των Τούρκων και άλλων εχθρών, για να περιοριστούμε σε ελάχιστα μόνο, μα χαρακτηριστικά, παραδείγματα. Ενδεικτικά θα αναφέρουμε και δύο περιπτώσεις διεξαγωγής της. Η πρώτη έγινε το 1485, οργανωμένη από τον Giovanni Mocenigo, στην piazza San Marco, σε ανάμνηση του νικηφόρου τέλους του πολέμου με την Ferrara. Η δεύτερη το 1571, στα πλαίσια των γιορτών για την νίκη των χριστιανών στην ναυμαχία της Ναυπάκτου, στην οποία, ως γνωστόν πήραν μέρος και πολλοί ζακυνθνοί. Το ίδιο συνέβαινε και στις κτήσεις της. Για παράδειγμα θα αναφέρουμε ότι στην Κύπρο το 1521, μισόν δηλαδή αιώνα πριν την πτώση του νησιού στους Τούρκους, οι τοπικές αρχές στέλνουν στην βενετική Σύγκλητο μήνυμα, με το οποίο ζητούν την ανανέωση της διεξαγωγής του αγωνίσματος, το οποίο φαίνεται να έχει ατονήσει, καθώς και την προκήρυξη νέων βραβείων. Η Γερουσία της Γαληνοτάτης απαντά θετικά, βάζοντας μόνο σαν προϋπόθεση η Giostra να τελείται κατά την 25η Απριλίου, γιορτή της μνήμης του προστάτη της Αγίου Μάρκου και εθνική γιορτή της Βενετίας. Στηριζόμενοι στα παραπάνω κατανοούμε γιατί στο νησί της Ζακύνθου η Giostra γινόταν και την 1η Μαΐου. Την ημέρα αυτή γιορταζόταν πάντα στο άκρο αυτό της Ευρώπης, την Ανατολή της Δύσης και την Δύση της Ανατολής, κατά την εύστοχη ρήση του Διονύση Ρώμα, η προσάρτησή του στο Κράτος της Βενετίας. Γνωρίζουμε, μάλιστα, από πληροφορίες που μας παρέχει κυρίως ο Λεωνίδας Χ. Ζώης στην «Ιστορία» του, πως ο κάθε Προβλεπτής προσπαθούσε να υπερβεί τον προκάτοχό του στην μεγαλοπρέπεια του εορτασμού. Έτσι, με διαταγή των Συνδίκων, από 1η Ιουλίου του 1515 ορίστηκε να μην υπερβαίνει η δαπάνη το ποσό των 150 υπέρπυρων. ¶ρα και στον τομέα της Giostra το πάλαι ποτέ φημισμένο «Φιόρο του Λεβάντε» ακολουθεί, με τις δυνάμεις του βέβαια, την πορεία της κραταιής Γαληνοτάτης. Η έρευνα έχει πολλά ακόμα να φανερώσει για το ιππικό αυτό αγώνισμα, που αναμφίβολα έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ιστορία και τον πολιτισμό της Ζακύνθου. Γι' αυτό και μόνο το λόγο η αναβίωσή του δεν ήταν καθόλου άτοπη. |
|||||||
|
© GiostraDiZante.gr - Διατηρούνται όλα τα δικαιώματα | Δημιουργία & Φιλοξενία από το ZanteWeb.gr |